19 Μαΐ 2010

Βιβλίο: Το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη

19 Μαΐ 2010 , 3:19 μ.μ.

Τον περασμένο μήνα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια το βιβλίο του Δημήτρη Ψαρρά, ενός εκ των συντακτών της ερευνητικής ομάδας του Ιού, Το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη - Η τηλεοπτική αναγέννηση της Ακροδεξιάς. Πρόκειται για μια εξαντλητική μελέτη του μοναδικού φαινόμενου ενός ακροδεξιού κόμματος που αναδύθηκε μέσα από την τηλεόραση χάρη στο προσωποπαγή χαρακτήρα του και την επιχειρηματική δεινότητα του αρχηγού του. Οι κεντρικοί άξονες αυτής της μελέτης είναι η ιστορική διαδρομή του Γιώργου Καρατζαφέρη, από την έκδοση της βραχύβιας φιλοβασιλικής φυλλάδας Ελληνικόν Στέμμα της Δημοκρατίας το 1974 καταλήγοντας στη σημερινή ισχυρή τηλεοπτική απήχηση που όμοιά της βρίσκουμε σχεδόν μόνο στους τηλευαγγελιστές των ΗΠΑ. Το βιβλίο είναι διανθισμένο με πολύ πλούσιο υλικό από απομαγνητοφωνήσεις δεκάδων τηλεοπτικών εκπομπών, οι παρατηρήσεις και οι διαπιστώσεις του Δημήτρη Ψαρρά για την άνοδο της ακροδεξιάς στην μεταπολίτευση στηρίζονται σε εκτενή - ελληνική και διεθνή - βιβλιογραφία και ο συγγραφικός άθλος είναι αντάξιος της προσμονής μας για ένα πλήρες και κατατοπιστικό έργο που ξεπερνάει ακόμα και τις προσδοκίες μας. Στο παρελθόν υπήρξαν αρκετές μελέτες για το φαινόμενο του ΛάΟΣ, πρώτη φορά όμως τα δεδομένα συγκεντρώνονται σε ένα πλουσιοπάροχο και πυκνογραμμένο τόμο που άνετα μπορεί να θεωρηθεί σημείο αναφοράς στη θεματολογία του.

Η δυσκολία του να κατανοηθεί και να αναλυθεί το φαινόμενο Καρατζαφέρη έγκειται περισσότερο στην αφοσίωση της έρευνας των πηγών. Είναι προφανές ότι ο Δημήτρης Ψαρράς αφιέρωσε πάρα πολύ χρόνο για να παρουσιάσει τεκμηριωμένα και μέχρι εξάντλησης αυτό που οι περισσότεροι αρνούνται να δουν ή και υποτιμούν: η αναρρίχηση της ακροδεξιάς στα ΜΜΕ και στη Βουλή εγκυμονεί για το μέλλον πολλούς κινδύνους στην κοινωνική και στην πολιτική συνοχή της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Η συγκυρία της έκδοσης του βιβλίου του Δημήτρη Ψαρρά με την πρόσφατη κρίση στην οικονομία της Ελλάδας εξυπηρετεί στο να κατανοήσουμε καλύτερα τους μηχανισμούς της προπαγάνδας από τα ΜΜΕ καθώς αυτά ολοένα και περισσότερο υποκύπτουν στη γοητεία του φασισμού με το γελαστό πρόσωπο.[1] Διότι ο Γιώργος Καρατζαφέρης γνωρίζει πολύ καλά πως οι εποχές των αυστηρών και αμείλικτων ηγετών έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί· η δύναμη της τηλεόρασης απαιτεί από τον φορέα της οποιαδήποτε ιδεολογίας ένα χαλαρό και φιλικό προφίλ προς τον τηλεθεατή έτσι ώστε να νιώσει μια οικειότητα που θα τον κολακέψει και θα τον κάνει να πιστέψει ότι ο λόγος του αντιπροσωπεύει την απλότητα μιας αποκεκαλυμμένης αλήθειας στα όρια του μεσσιανισμού.

Η επικοινωνιακή διάσταση του έντονου προφορικού λόγου από τον Καρατζαφέρη ακόμα και στα γραπτά του, υποκρύπτει μια σκοπιμότητα που έχει εντέχνως εξασκηθεί και από τους διάφορους φορείς του ακροδεξιού λόγου. Αν αναλυθούν γνωστικά οι προφορικές και οι γραπτές μαρτυρίες τόσο του Καρατζαφέρη όσων και των ανθρώπων του, θα διαπιστώσει κανείς πως όσο περισσότερο απλοποιημένος είναι ο λόγος που στοχεύει στο θυμικό κι όχι στον ορθολογισμό τόσο αυξάνεται η έκταση της απήχησής του. Οι απόψεις και οι πεποιθήσεις θα εκφράζονται σε παράλογες θέσεις κι έτσι θα διαδίδονται με μεγάλη ταχύτητα. Επάνω σε αυτό το μηχανισμό στηρίζεται η κοινωνία του θεάματος· στο παραλογισμό, στην ακρότητα και στο σκάνδαλο προκειμένου να απλωθούν οι ακραίες ιδέες σε όσο περισσότερους αποδέκτες γίνεται.

Να σημειώσουμε πως ο μηχανισμός της πειθούς στηρίζεται σε τρία συστατικά στοιχεία: την πίστη, τη διαβεβαίωση και την επανάληψη. Η πίστη μπορεί να κατασκευαστεί εκ του μηδενός προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως φορέας μια ιδέας. Η διαβεβαίωση συχνά επινοεί τα θεμελιακά στοιχεία της πίστης προκειμένου να της δώσει υπόσταση. Και η επανάληψη χρησιμοποιείται στο να πιστοποιεί πως η πίστη εδραιώνεται (και διαβεβαιώνεται) από θεμελιακά στοιχεία. Είναι μία από τις βασικές αρχές της πολιτικής ρητορείας αλλά και της διαφήμισης και δεν είναι τυχαίο που η πολιτική εμπειρία του Γιώργου Καρατζαφέρη οφείλεται στην επαγγελματική του καριέρα στη διαφήμιση. Η γοητεία του Γιώργου Καρατζαφέρη σε μεγάλη τηλεοπτικά πληθυσμιακή ομάδα (κι εσχάτως διαδικτυακής) υπαγορεύεται από τη γοητεία των - όχι και τόσο πρωτότυπων αλλά σκληρά δοκιμασμένων ιστορικά - ιδεών του. Αυτό που αλλάζει κάθε φορά είναι η τεχνική της διάδοσής τους, σε σημείο που επιβάλλονται, λόγω του απλοποιημένου λόγου και της τεχνικής της πειθούς που προαναφέραμε, για ένα βασικό λόγο: αυτή η γοητεία προσφέρει την οικονομία του χρόνου που αποζητούν τα ΜΜΕ, απλοποιώντας τη σκέψη, καταπνίγοντας τη λογική και κολακεύοντας το θυμικό καθοδηγώντας το για τις όποιες επιδιώξεις των φορέων τους.[2]

Η επικοινωνιακή λοιπόν διάσταση που αναδεικνύει περισσότερο ως κεντρικό σημείο αναφοράς ο Δημήτρης Ψαρράς στο βιβλίο του, είναι ο "διπλός λόγος" του Καρατζαφέρη που οδηγεί στην τακτική του "Δούρειου Ίππου". Όπως εξηγεί σε συνέντευξή του ο συγγραφέας[3]:

Όπως συμβαίνει με όλους τους ηγέτες της σύγχρονης ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, ο αρχηγός του ΛΑΟΣ χρησιμοποιεί έναν διπλό πολιτικό λόγο. Όταν απευθύνεται στο μεγάλο ακροατήριο των βραδινών τηλεοπτικών δελτίων ο Καρατζαφέρης επιδεικνύει την «καθωσπρέπει» πλευρά της πολιτικής του και μιλά για τους στόχους του έθνους, για ομοψυχία και μεγάλα ιδεώδη. Όταν μιλά στους «δικούς του», από τις εκπομπές του, θυμάται τους «λαθρομετανάστες», τους «εβραιοσιωνιστές», τα «εγκλήματα του ΚΚΕ», κλπ. Ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει ως πολιτική «Δούρειου Ιππου» αυτό τον διπλό λόγο και έχει εξηγήσει στα στελέχη του ότι τώρα πια πρέπει να «σερβίρουν» με άλλο τρόπο τα ίδια πράγματα, την ακροδεξιά πολιτική ατζέντα δηλαδή.


Κι όπως διευκρινίζει ο ίδιος αλλού[4]:

Αυτή, για παράδειγμα, η διπλή στρατηγική του Τζιανφράνκο Φίνι, την οποία εξελλήνισε σε Δούρειο Ίππο ο Καρατζαφέρης [...] δεν είναι τίποτα άλλο παρά η εφαρμογή στο χώρο της πολιτικής του παλιού διαφημιστικού σλόγκαν «απ’ έξω εμφάνιση και από μέσα άνεση», το οποίο είχε εμπνευστεί ο ίδιος για μάρκα εσωρούχων. Το ΛΑΟΣ ακολουθεί πράγματι αυτό το δόγμα. «Απ’ έξω» θέλει να εμφανίζεται ευπρόσωπο καθεστωτικό κόμμα, για να μπορεί «από μέσα» να αναπτύσσει με την άνεσή του τις ακραίες θέσεις του.


Αυτή η στρατηγική χρησιμοποιείται για πρώτη φορά από ένα ελληνικό κόμμα κι αυτό εξηγείται εύκολα. Οι επιταγές της σύγχρονης εποχής, που μαθημένη από τα λάθη του παρελθόντος προβάλλουν την ανάγκη να χαλιναγωγηθεί κάθε απόπειρα επαναφοράς παρελθουσών ακραίων ιδεολογιών και τις συνέπειές τους. Ο "διπλός λόγος" του Καρατζαφέρη είναι στην ουσία ένα τεχνικό μέσο - κι όχι ο αυτοσκοπός - για να επιβιώσει ένα τμήμα της κοινωνίας που εμφορείται από το μίσος και την ανωμαλία. Ως προς αυτό το στόχο, η ανάδυση μιας ακροδεξιάς με κοινοβουλευτικά εχέγγυα εξυπηρετεί περισσότερο στο να λειτουργήσει αυτή η τάση ως ανάχωμα και ως φυσική εκτόνωση αυτού του τμήματος που έχει την ανάγκη να εκφραστεί μέσα στα πλαίσια της συνταγματικής ομαλότητας. Και ως εκ τούτου, καθήμενο στα πολιτικά άκρα προσπαθεί να παραμείνει εν υπνώσει εξοπλίζοντας αργά και σταδιακά τη δύναμή του μέχρι να του δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία να αποκτήσει τη δυναμική που θα του επιτρέψει να υπονομεύσει το σύστημα. Μέχρι τότε, ο θύλακας που του επιτρέπει να διαβιώνει όσο και να παρασιτεί εις βάρος του συστήματος για να θεριεύει τη δύναμή του είναι τα ΜΜΕ· αυτό είναι λοιπόν το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη: το πεδίο της κοινωνίας του θεάματος και όχι ο στίβος της πολιτικής.

Έτσι, το βιβλίο του Δημήτρη Ψαρρά δεν προειδοποιεί μόνο για την ύπαρξη ενός συντονισμένου και εδραιωμένου ακραίου πολιτικού χώρου, που ούτως ή αλλιώς είναι αυθύπαρκτος σε όλες στις ιστορικές πορείες, αλλά είναι περισσότερο μια υπόγεια όσο και σκληρή κριτική για την ανεξέλεγκτη δύναμη των ΜΜΕ στη διαμόρφωση ενός αποχαυνωμένου και καθοδηγούμενου συλλογικού υποσυνείδητου. Όπως λέει ανατριχιαστικά ο Ευγένιος Αρανίτσης, η τηλεόραση επωμίζεται το καθήκον του βρεφοκόμου των μαζών.[5]

Να πούμε στα παρεπόμενα της παρουσίασής μας πως το Jungle Report έχει τη θέση του ανάμεσα στις πλούσιες πηγές που παραθέτει ο συγγραφέας. Έτσι, κάνει αναφορά στη διαστρέβλωση του Ισοκράτη από τον Άδωνη Γεωργιάδη και στο απολογητικό υπόμνημα του αστυνομικού στην υπόθεση της ζαρντινιέρας κάτι που τιμά κι επιβεβαιώνει την αξιοπιστία της ομάδας μας. Επίσης δεν λείπουν αναφορές και σε άλλα ιστολόγια, ο Νίκος Σαραντάκος, ο Γιάννης Η. Χάρης και η ομάδα Αυτονομία ή Βαρβαρότητα.

_______________________________
[1] Ο ρατσισμός με το γελαστό πρόσωπο είναι ο τίτλος του τελευταίου κεφαλαίου.
[2] Περισσότερα αποκαλυπτικά στοιχεία για τον τρόπο που μπορούν να καθοδηγηθούν οι μάζες μπορείτε να διαβάσετε στο αμφιλεγόμενο βιβλίο του Γκυστάβ Λε Μπον, Η Ψυχολογία των Μαζών. Δεν αμφιβάλλω πως ο Καρατζαφέρης θα το έχει ανάμεσα στα αγαπημένα του βιβλία καθώς τα διδάγματά του έχουν χρησιμοποιηθεί από ηγέτες, μεταξύ τους ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ...
[3] http://tvxs.gr/node/58422
[4] http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=540000
[5] Άρθρο στην Κυρ. Ελευθεροτυπία, 27/01/2008
Κοινοποιήστε το στο..
 
Υποσέλιδο
Κορυφή