Θεσσαλονίκη. Η πόλη των φαντασμάτων, κατά τον M.Mazower και το τελευταίο αριστούργημα του – πραγματεία για μία πόλη και τους κατοίκους της. Κάτοικοι πολλοί και διάφοροι. Πολιτισμοί συναντήθηκαν εδώ και η συνάντηση τους αυτή, παρήγαγε αυτό που η πόλη είναι. Ή μάλλον, ήταν.
Η Θεσσαλονίκη, είναι στη συνείδηση κάθε έλληνα πολίτη, η πόλη που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο, στα πολιτικά δρώμενα της Ελλάδας στον εικοστό αιώνα. Ξεκινώντας από την κυβέρνηση της εθνικής άμυνας, κατά την περίοδο του διχασμού, περνώντας στη γερμανική κατοχή και στον αφανισμό της εβραϊκής της κοινοτητας που αντιστοιχούσε σε “πνεύμονα” της πόλης, βιώνοντας τις συνέπειες του εμφυλίου ούτε ως άστυ, ούτε ως κώμη ούτε ως χωριό αλλά ως ο συνδυασμός τους, ως η ίδια η Ελλάδα. Πέρασε στην ταραγμένη -αλλά πολιτικά καθοριστική- δεκαετία του '60 σημαδεμένη από την αποτρόπαια δολοφονία του Λαμπράκη, βίωσε δεύτερο διχασμό, ακόμα και μέσα σε ένα μόνο δρόμο ο διχασμός ήταν κυρίαρχος (το παράδειγμα της οδού Τσιμισκή με τα γραφεία της νεολαίας ΕΔΑ και των κρατικών – παρακρατικών σε γειτνίαση).
Ακολούθησε το “γυψάρισμα” της, όπως άλλωστε και όλη η χώρα. Οι εντάσεις στα πανεπιστήμια και η μεταπολίτευση. Μέχρι πριν από 15 χρόνια, όταν την άφηνα πίσω μου ως απόφοιτος του ΑΠΘ, ένοιωθα την πόλη σαν πρεσβευτή των ιδεωδών της κοινωνικής αλληλεγγύης και δράσης. Τα υψηλά αυτά ιδεώδη ριζωμένα στην πόλη και ανάμεσα τους σπέρματα από τα ζιζάνια της αντίδρασης τα οποία όμως απλά “διαχείμαζαν” αφού οι αστικές καταβολές των Θεσσσαλονικέων, η παιδεία τους, η ιστορική συγκυρία, η οικονομική δραστηριότητα των πολιτών δεν τους επέτρεπαν να εκπτυχθούν και να απειλήσουν τις ανθρώπινες και οικουμενικές αξίες που κυριαρχούσαν.
Σήμερα ζω και πάλι την πόλη πιο μεγάλος και με διαφορετικό τρόπο πια. Οι πεποιθήσεις που έτρεφα, όλα αυτά τα χρόνια και που προέκυψαν από τη μελέτη της Ιστορίας της πόλης σε συνδυασμό με την βιωματική μου εμπειρία, κλυδωνίζονται.
Σήμερα, ότι πιο αντιδραστικό διεκδικεί ρόλο πια στην πόλη. Από τις διάφορες μορφές της -υπό εξαφάνιση πια- συλλογικότητας μέχρι και τις κρατούσες πια “πολιτικές” τοποθετήσεις των Θεσσαλονικιών.
Σε διαρκή σαστιμάρα, τον τελευταίο χρόνο, αναζήτησα τις αιτίες γι' αυτήν την αλλοίωση του ήθους της πόλης που αγάπησα. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί φερ' ειπείν ο Καρατζαφέρης, ένας κάτοικος Καλλιθέας στην Αθήνα, το πάλαι ποτέ, εντόπισε πρόσφορο έδαφος για το υπερσυντηρητικό του μόρφωμα στην πόλη αυτή. Τι να προσδοκούσε άραγε; τι έβλεπε και ποιά ήταν τα μηνύματα της δικής του “αισιοδοξίας” που ελάμβανε από τη Θεσσαλονίκη;
Όντας στη Θεσσαλονίκη, την περίοδο του “Σκοπιανού - Μακεδονικού” ή όπως αλλιώς δόκιμα το καλεί ο καθείς, με τον αέρα να μυρίζει λιβάνι και βυζαντινή καμαρίλα στα συλλαλητήρια, θα μπορούσα να συμπεράνω αβίαστα, πως η εκληφθείσα ως απειλή εκ του βορρά, συσπείρωσε το λαό της Θεσσαλονίκης κάτω από ένα “πατριωτικό” λάβαρο (στην ουσία σάβανο) με όλα όσα θεωρούνται και είναι συμπαραμαρτούντα τέτοιων θέσεων.
Αυτό όμως είναι εξαιρετικά απλοϊκό σαν σκέψη. Τα συλλαλητήρια και ο διάχυτος βυζαντινισμός της περιόδου, ήταν απλά συμπτώματα της αλλαγής η οποία είχε ήδη ξεκινήσει.
Ας δούμε την ίδια περίοδο την υπόλοιπη Ελλάδα. Ας δούμε πρώτα απ' όλα την ελληνική κυβέρνηση της περιόδου. Την οικονομική πολιτική της, τις συνέπειες της στην πόλη, η οποία κρατούσε μέχρι τότε σχεδόν τα σκήπτρα του εξαγωγικού εμπορίου της χώρας, με αποδέκτες χώρες της Βαλκανικής και της βόρειας Ευρώπης.
Η κυβερνητική πολιτική εκείνου του καιρού, εστιασμένη στις υπερατλαντικές σχέσεις της και τη διευθέτηση των απαιτήσεων για τον Α' πόλεμο του κόλπου, όπως επίσης και το δέσιμο της ελληνικής οικονομίας στο άρμα του καλπάζοντος φιλελευθερισμού της ευρωπαϊκής κατ' αρχάς και της παγκόσμιας ακολούθως οικονομίας, οδήγησαν σε μαρασμό τις μέχρι τότε εξαγωγικές βιοτεχνίες.
Μέχρι τότε η βιοτεχνία της Θεσσαλονίκης, ειδικά στον τομέα του ενδύματος, ήταν σε θέση πλεονεκτικότερη, συγκρινόμενη ακόμα και με βιομηχανικά συγκροτήματα της Αθήνας ή και της παντοδύναμης Ιταλίας. Η παραγωγή ήταν διαρκής όπως και η διάθεση των προϊόντων. Κοντά στις βιοτεχνίες αλλά και βιομηχανίες της Θεσσαλονίκης, ήταν και άλλες περιφερειακές -αλλά σημαντικότατες- μονάδες παραγωγής, όπως οι οικοτεχνίες – βιοτεχνίες γούνας στην Καστοριά, τα κλωστήρια της Νάουσας, η βιομηχανία της κονσέρβας σε όλη τη βόρεια Ελλάδα, κλπ.
Ακολούθησε πολύ μεγάλη οικονομική κρίση κατά την οποία σβήσανε μικρές και μεγάλες μονάδες -κύτταρα οικονομίας- μέσα σε 15 χρόνια, η δραστηριότητα μειώθηκε κατά 86%, ποσοστό που βέβαια περιλαμβάνει και τα κλωστήρια στη Νάουσα που όλοι θυμόμαστε τα πρόσφατα γεγονότα.
Μία νέα μορφή οικονομάς δέσποζε πια στη χώρα. Ο νεοφιλελευθερισμός.
Ο παραδοσιακός καπιταλισμός (ο ιδιότυπος ελληνικός καπιταλισμος) με την επένδυση των μεγάλων κεφαλαίων, την ανάπτυξη (της μικρής έστω) βιομηχανίας ή βιοτεχνίας που μάζευε εργαζόμενους και τους απασχολούσε εξαφανίστηκε. Τώρα πια, όλοι είναι “επενδυτές”. Επενδύει ο καθένας ότι διαθέτει, υλικό ή άυλο. Το μικρό κομπόδεμα του, τις γνώσεις που έλαβε κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής του περιπέτειας, τις δεξιότητες του. Επενδύει και είτε χάνει είτε κερδίζει, με αναλογίες που θυμίζουν επικίνδυνα, καζίνο. Όλοι πια γίνανε επενδυτές και με αποκορύφωμα την περίοδο του “εκσυγχρονισμού” όλοι άρχισαν να κοινωνικοποιούνται ως τέτοιοι. Η κοινωνικοποίηση του ανθρώπου στην Ελλάδα πια, δε γινόταν μέσα από συλλογικές αξίες αλληλεγγύης, ούτε από την κοινή ιδεολογική κληρονομιά της Αντίστασης και του Εμφυλίου. Ούτε καν από την αντίσταση στην κοινή ιδεολογική παρακμή της επταετίας.
Η βασική αναφορά για την ένταξη του ατόμου στην ελληνική κοινωνία, είναι η ιδιότητα του “κατόχου κεφαλαίου” είτε υλικού (κομπόδεμα) είτε άυλου (πτυχία, δεξιότητες). Διαπιστώνουμε έτσι πως με αυτούς τους όρους κοινωνικοποίησης (δόμησης κοινωνίας) μιλάμε πια για την κυριαρχία της ΑΓΟΡΑΣ. Αυτό είναι και ο νεοφιλελευθερισμός Η επικράτηση των όρων της Αγοράς, στην κοινωνία.
Σε μία κοινωνία της αγοράς, υπάρχουν “νικητές” και “ηττημένοι”. Το δίπολο είναι απόλυτο και δεν αφήνει χώρο για τίποτα άλλο στη μέση. Οι “νικητές” ή αυτοί που αυτοπροσδιορίζονται έτσι, είναι ο ένας μοχλός που στρέφει μία χώρα, μία πόλη, ένα λαό προς το νεοφιλελευθερισμό που του εξασφαλίζει τα αγαθά που η ατομικότητα τους χρειάζεται (των νικητών η ατομικότητα ως τρόπος αντίληψης του κόσμου). Να ο ένας μοχλός λοιπόν που έστρεψε τη Θεσσαλονίκη αλλά και τη χώρα ολόκληρη, σε δεξιές πολιτικές. Τι γίνεται όμως με τους “ηττημένους” στο παιχνίδι της Αγοράς (πολεμικό παιχνίδι είναιμη το ξεχνάτε);
Οι “χαμένοι της Αγοράς”, οι “μη εξασφαλισμένοι” οι “εν κινδύνω” μικροαστοί (και καταχρηστικά ας τους πούμε: “οι προλεταριοποιημένοι”) στρέφονται προς τις “παραδοσιακές αξίες” γεννώντας έτσι έναν συντηρητισμό “από τα κάτω”. Η ιδιότητα του “πολίτη” είναι μία υποβαθμισμένη ιδιότητα πια για τους “ηττημένους της αγοράς”. Η ιδιότητα του “πολίτη” παραχώρησε τη θέση της στην ιδιότητα του “υπηκόου” του “καταναλωτή” του “πατριώτη” του “φιλάθλου” του “θρησκευόμενου οικογενειάρχη”.
Προφανώς οι “προλεταριοποιημένοι” (νομίζω πως ο όρος “λούμπεν προλεταριοποιημένοι” αν και νεολογισμός εκφράζει πιο καλά τους ανθρώπους αυτούς) εντοπίζουν την ταυτότητα που τους στέρησε η ήττα τους στο παιχνίδι της αγοράς, στο “Έθνος” όπως το φαντασιώνονται, βρίσκουν παρηγοριά στα γνώριμα και απαράλλακτα τοπία της Θρησκείας, βρίσκουν ασφάλεια σττις έννοιες των σωμάτων ασφαλείας και προσκολλώνται στο αρχέγονο πρότυπο της Οικογένειας. Ότι δεν πέτυχαν οι συνταγματάρχες το 1967, το πέτυχε εμμέσως ο νεοφιλελευθερισμός που ζούμε. Βλέπουμε λοιπόν τους χαμένους της αγοράς να στρέφονται προς το “Λάος” του Καρατζαφέρη. Εκεί άλλωστε οφείλεται και η διαφημιζόμενη πολυσυλλεκτικότητα του.
Η Θεσσαλονίκη σαν πόλη που έζησε πολύ εντονότερα όλα αυτά που οδήγησαν στη γέννηση του νεοσυντηρητισμού (οικονομικός μαρασμός, ανασφάλεια, έλλειψη κεντρικά επενδεδυμένων κεφαλαίων -αναπτυξιακά ρογράμματα).
Δεν πιστεύω πως ο αρχηγός του Λάος προχώρησε σε μία βαθειά ανάλυση για να αποφασίσει να διεκδικήσει τη δημαρχία της πόλης, ή όπως έπραξε και διεκδίκησε και πήρε βουλευτική έδρα στο νομό.
Άλλωστε το μοναδικό που γνωρίζει είναι οι τηλεοπτικές κραυγές και το κράτημα ενός μικροφώνου. Ποντάρισε στις δημοσκοπήσεις, οι οποίες δηλώνουν ένα πρόσωπο υπερσυντηρητικό, οπισθδρομικό και σκοταδιστικό για τη Θεσσαλονίκη. Οι δημοσκοπήσεις όμως δεν έλαβαν υπόψη τους ένα πολύ σημαντικό μέρος, που ο Καρατζαφέρης επίσης αγνοεί.
Η πόλη, παρά την περιπέτεια της κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, διατηρεί ακόμη αρνητικά αντανακλαστικά σε ότι σχετίζεται ιδεολογικά αλλά και σε επίπεδο ταυτότητας με ακροδεξιά σχήματα. Επίσης έπεσε και στη συγκυρία που πολιτικοί της Νέας Δημοκρατίας και πρωτοκλασάτα στελέχη της εκκλησίας, υπενθυμίζουν διαρκώς ότι “το μεγάλο δεξιό κόμμα είναι ο πραγματικός κληρονόμος της αντίδρασης” όπως έγραψε και ο Η. Ιωακείμογλου στο “Για τη σημαία και το έθνος”
Οι παράτες και οι φιέστες στο άγαλμα του μεγάλου Αλεξάνδρου μόνο μείνανε, η χρυσή αυγή και ο χέρι-χέρι να αλαλάζουν στην παραλία της Θεσσαλονίκης στη δήθεν επέτειο του θανάτου του Αλέξανδρου (κινητή “επέτειος” αφού συμπίπτει πάντα με την έκθεση βιβλίου της παραλίας) και τα φονταμενταλιστικά μικροδίκτυα με τις διαφημίσεις "ορθών εθνικά" ψευδοπονημάτων.
Αχ Θεσσαλονικη. Ζεις διαρκώς στη σκιά του Αθηνοκεντρικού κράτους, αλλά η λύση δεν είναι ούτε οι Καρατζαφέρηδες (προϊόντα του ίδιου κράτους που θέλουν να σε εκμεταλλευτούν) ούτε και η διαρκής γκρίνια.
Είμαι βέβαιος πως και το παραμικρό να σου δώσουνε εσύ μπορείς να το αναδείξεις και να το κάνεις αφετηρία, ενός ακόμη οικονομικού κοινωνικού και πολιτικού θαύματος.