Την άποψη ότι πρέπει να «φασιστοποιηθούν» όσοι κατέχουν θέσεις εξουσίας, εξέφρασε ο (τέως) αντιπρύτανης του ΑΠΘ Γιάννης Τζιφόπουλος, προσθέτοντας ότι «δεν βλέπει να αλλάζει αλλιώς ο Ελληνας».
«Εάν παραφέρεσαι, να τρως μια σφαλιάρα για να συμμαζεύεσαι, όπως γίνεται στη Γερμανία, στον Καναδά, την Αυστραλία, σε όλες τις σοβαρές χώρες του κόσμου. Δεν μπορούμε να ψηφίζουμε νόμους και να μην τους τηρούμε», αιτιολόγησε στη συνέχεια την αναγκαιότητα φασιστοποίησης.
Και πριν προλάβει να φασιστοποιηθεί ο κύριος αντιπρύτανης, παραιτήθηκε, υπό το βάρος της μπαρούφας που ξεστόμισε.
Γιατί τέτοια πρεμούρα για φασιστοποίηση κύριε Τζιφόπουλε; Όταν μάλιστα μια χαρά την κάνει τη δουλειά της κι η αστική δημοκρατία, η οποία και σφαλιάρες απλόχερα μοιράζει και τραμπουκισμούς και ωμή βία αν χρειαστεί, τσακίζοντας τα κόκκαλα σε οτιδήποτε κινείται.
Τι να τον κάνουμε τον απροκάλυπτο φασισμό κύριε Τζιφόπουλε, όταν τη βρωμοδουλειά την κάνουμε νομότυπα και νοικοκυρεμένα και με τον προκαλυμμένο, κοινοβουλευτικά μασκαρεμένο φασισμό του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης;
Ιστορίες μεγάλες ανοίγετε κύριε αντιπρύτανη του ΑΠΘ με την επίκληση του παλιού, μπαγιάτικου φασισμού. Υπάρχουν και πιο κόσμιοι τρόποι να εκφράσετε τη φασιστική ιδεολογία σας: δείτε πώς το κάνουν οι αδώνιδες, οι μαυρουδήδες, ο ίδιος ο πρωθυπουργός μας.
Μην ξεχνάτε ότι και ο ίδιος ο Παπαδόπουλος ποτέ δεν μίλησε για ανάγκη φασιστοποίησης. «Ζήτω η Δημοκρατία» έλεγε μέχρι κι εκείνος. Εσείς πώς την πατήσατε έτσι;
Πάντως δεν συμμερίζομαι όσους αντέδρασαν αρνητικά στην έκκληση για συστράτευση των φασιστικών δυνάμεων που απηύθυνε στο εξουσιαστικό μπλοκ ο αντιπρύτανης.
Η φασιστοποίηση θα ήταν κάτι θεμιτό και εξόχως απελευθερωτικό για τους κρυφοφασίστες που διαχειρίζονται τα διάφορα πόστα εξουσίας στη μνημονιακή Ελλάδα. Αρκεί αυτή να ξεκινούσε απευθείας από την ανάποδη: από την Piazza Loreta του Μιλάνου, εκεί όπου το 1945 τελείωσε άδοξα την καριέρα του ο Μπενίτο Μουσολίνι. Πρότυπο, φανταζόμαστε, του παραιτηθέντος αντιπρύτανη, καθώς στα ένδοξα χρόνια της εξουσίας του δεν δίσταζε να... μοιράσει και καμιά σφαλιάρα σε όσους διαφωνούσαν μαζί του.