Μέρες Μεγάλης Εβδομάδας, μέρες χαρμολύπης όπως οι "ένθεοι" αλλά αποσυνάγωγοι της ανθρωπιάς, συνηθίζουν να λένε. Μέρες που στο κόντεμα τους μετρούν και περιμένουν και την Πρωτομαγιά. Μία Πρωτομαγιά σιωπηλή, μία Πρωτομαγιά που δεν έπρεπε να αναμένεται σιωπηλή αλλά δυστυχώς θα είναι. Έχουμε πια συνηθίσει την κακοποίηση από τους "πιστωτές" από τους κυβερνητικούς, από όποιον θέλει να μας κακοποιήσει στο όνομα της "εκτάκτου ανάγκης" και της "πλαστής ευδαιμονίας" των προηγούμενων ετών. Στο πνεύμα του παχυδερμικού "Μαζί τα Φάγαμε" αν θέλετε.
Την Πρωτομαγιά αυτή όμως, σε ένα παιχνίδι μνήμης και σε μία προσπάθεια εύρεσης συμβόλων, χαρακτήρων μίας άλλης εποχής της χώρας αυτής που γεννάει μόνη της τους δολοφόνους της, ξανασκάλισα τον κατάλογο των εκτελεσθέντων στην Καισαριανή, την Πρωτομαγιά του 1944.
Όλος ο χρόνος, η ανθρώπινη υπόσταση, η ουσία της ζωής και ότι άλλο κάνει τον κόσμο να υπάρχει έμοιαζε να πυκνώνει, να αυξάνει τόσο τη μάζα του, να βαραίνει και με τη δύναμη αυτή του βάρους του να τσακίζει τα κτήνη των ημερών μας, τα κτήνη με τις σβάστικες και με τα τραπεζικά χαρτοφυλάκεια.
Η εικόνα του Ναπολέοντα Σουκατζίδη, φώναζε από το παρελθόν και καλούσε την χαμένη Άνοιξη να έρθει ξανά. Ο εκατοστός εξηκοστός έβδομος στη σειρά των εκτελεσθέντων, προσπέρασε όλους τους ζωντανούς, όλων των εποχών.
Η ιστορία του Ναπολέοντα Σουκατζίδη είναι κάτι σαν απάντηση, στην ιστορία που προχωρεί, στο μέγα ψεύδος μας, στο κενό μας: τον Σεπτέμβριο του 1943 οι Ακροναυπλιώτες κρατούμενοι οδηγήθηκαν στο νεοσύστατο Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Ο Σουκατζίδης καθώς ήξερε γερμανικά, χρησιμοποιούνταν ως διερμηνέας. Μια επίθεση των ανταρτών εναντίων του στρατηγού Κρεντς στους Μολάους, φέρνει την διαταγή να εκτελεστούν ως αντίποινα διακόσιοι κρατούμενοι. Λίγο πριν από το χάραμα της Πρωτομαγιάς του 1944 η Γερμανική Διοίκηση μαζεύει τους κρατούμενους και δίνει στον Σουκατζίδη να διαβάσει την διαταγή και τα ονόματα. Ο Σουκατζίδης διαβάζει στο όνομα 167 –το όνομά του- φωνάζει «Παρών» και δίνει τον κατάλογο στον Γερμανό υπαξιωματικό για να σταθεί στην πλευρά των μελλοθανάτων. Ο Φίσερ, διοικητής του Στρατοπεδου, κάνει νόημα στον Σουκατζίδη να μείνει στην θέση του. Εκείνος τον ρωτά: «Εάν εγώ γλυτώσω, θα εκτελεστεί ένας λιγότερος;». Ο Φίσερ του απαντά «έχω διαταγή να εκτελέσω διακόσιους». «Άρα θα είμαι στη σειρά μου» του αντιγύρισε οι Σουκατζίδης. Ο Ψαθάς γράφει πως τότε «ο Φίσερ, το ανθρώπινο κτήνος, στάθηκε σε στάση προσοχής». Έτσι ο Ναπολέων Σουκατζίδης κράτησε τη σειρά του του στον κατάλογο των μελλοθανάτων, το νούμερο 167: ego sum qui sum..
Μια ώρα αργότερα, οι Διακόσιοι εκτελέστηκαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής τραγουδώντας κάτι ολότελα διαφορετικό από έναν εθνικό ύμνο. Ξημέρωνε Πρωτομαγιά κι ήσαν όλοι στη σειρά τους - όλοι παρόντες.
Όλοι παρόντες στον αγώνα που μοιάζει να ξεπουλιέται σήμερα, κάθε φορά που ένα στόμα δίχως λόγο, με φωνή σαν σκουριασμένο σίδερο, προφέρει τις λέξεις Χρυσή Αυγή.
Ένα κάθε φορά και πιο ασυγχώρητο στόμα
(Διαβάστε και τον Θ. Τριαρίδη , το εξαφανισμένο πια, βιβλίο "Αντίσταση" του Δ. Ψαθά και παρακολουθήστε αν μπορείτε την παρουσίαση σχετικά με το βιβλίο - αφιέρωμα του Σπ. Τζόκα )